Σελίδες

Το γερμανικό Ινστιτούτο Γκαίτε σε ρόλο επικυρίαρχου στην σχολική εκπαιδευτική διαδικασία


«Tο άνοιγμα της πόρτας σε ένα Ινστιτούτο άλλου κράτους, τόσο στην φαινομενικά ανεπαίσθητη ενίσχυση των προσόντων κάποιων επιλεγμένων εκπαιδευτικών, όσο και στην δυνατότητα απευθείας προσέγγισης των μαθητών, δεν μοιάζουν τόσο αθώα.   Καθιερώνεται η νέα θεσμική θέση του Ινστιτούτου Γκαίτε στην ελληνική εκπαίδευση και του παρέχεται η ευχέρεια διεύρυνσης και επέκτασής της».

Ένα πολύ σοβαρό θέμα έχει ανακύψει με τον ρόλο που έχει αναλάβει το γερμανικό Ινστιτούτο Γκαίτε (Goethe Institut) στην ξενόγλωσση εκπαίδευση στα ελληνικά δημόσια σχολεία. 
 
Στη σημασία και στις συνέπειες που θα επιφέρει αυτό, μάλλον δεν έχει δοθεί η δέουσα βαρύτητα και προσοχή, καθώς μέσω της «Χάρτα Συνεργασίας»  που έχει υπογραφεί από το ελληνικό υπ. Παιδείας, ανοίγονται στο Ινστιτούτο επίσημα και διάπλατα, οι πόρτες των σχολείων για εκπαιδευτικές-πολιτιστικές παρεμβάσεις, ενώ μετατρέπεται και σε επίσημο αξιολογητή  (τουλάχιστον) των εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών.

Ας δούμε πως έχει ξεκινήσει το θέμα.
Στις 9 Μαρτίου 2012 υπογράφηκε «Χάρτα Συνεργασίας», μεταξύ του ελληνικού υπουργείου Παιδείας εκπροσωπούμενο από την υφυπουργό κα Χριστοφιλοπούλου και του γερμανικού Ινστιτούτου Goethe εκπροσωπούμενο από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Κεντρικής Διοίκησης του Goethe-Institut στο Μόναχο Δρ. Bruno Gross.
Στην τελετή παρευρισκόταν όλη η πολιτική ηγεσία του υπ. Παιδείας με επικεφαλής τον τότε υπουργό κύριο Μπαμπινιώτη, ο οποίος μόλις είχε αναλάβει τα καθήκοντα του.  Από την γερμανική πλευρά παρέστη ο γερμανός πρέσβης καθώς φυσικά και ο διευθυντής του του Ινστιτούτου στην Αθήνα.  Η όλη διαδικασία και το περιεχόμενο της Χάρτας είχε προετοιμασθεί από την προηγούμενη υπουργό κα Διαμαντοπούλου.

Για το περιεχόμενο της «Χάρτας Συνεργασίας» (Χ.Σ.) κυκλοφόρησε τότε, μόνο περίληψή της σε γερμανικό κείμενο και αυτό έγινε από την πλευρά του Ινστιτούτου. Το υπ. Παιδείας ακόμη και σήμερα δεν έχει δημοσιεύσει επίσημα το περιεχόμενο της «Χάρτας».

Το θέμα θα είχε «ξεχασθεί» εάν δεν το επανέφερε στο προσκήνιο ανακοίνωση της ΓΣ του Γερμανικού Τμήματος του ΑΠΘ, που ζητούσε να μην εφαρμοσθεί η «Χ.Σ.» , επειδή «εκχωρεί σε πολιτιστικό φορέα άλλου κράτους δικαιώματα και αρμοδιότητες που επιστημονικά καλύπτουν τα ελληνικά Πανεπιστήμια».

Στη συνέχεια η ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ  αποκάλυψε κατ’ αποκλειστικότητα το πλήρες κείμενο της «Χ.Σ.» στα ελληνικά και έτσι  μπορέσαμε να μάθουμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι το ακριβές περιεχόμενό της.

Έστω και με μια βιαστική ανάγνωση της «Χ.Σ.», είναι κατανοητό ότι το υπ. Παιδείας εκχωρεί σχεδόν αποκλειστικά στο Ινστιτούτο Γκαίτε (G-Ι) τη δυνατότητα να εκπαιδεύει και να αξιολογεί τους Έλληνες εκπαιδευτικούς και επιπλέον του παρέχει την ελευθερία να παρεμβαίνει μέσα στα σχολεία, εκπαιδευτικά και πολιτιστικά, στους μαθητές των δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων.

Σε όλα αυτή την «εκπαιδευτική συνεργασία» απουσιάζει παντελώς ο ρόλος των ελληνικών ΑΕΙ και των αρμόδιων τμημάτων τους, που έως τώρα παρείχαν την ακαδημαική μόρφωση  και επιμόρφωση στους εκπαιδευτικούς των σχολείων. 


Ας δούμε ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία:

1. Τα σεμινάρια που θα γίνονται στους εκπαιδευτικούς, θα είναι υπό τον πλήρη έλεγχο του Goethe-Institut (G-Ι), αφού τόσο «οι εισηγητές όσο και η διεύθυνση των κοινών σεμιναρίων επιμόρφωσης θα ορίζονται από αυτό»  (ΙΙ - 1)  και απλώς «θα λαμβάνεται υπόψη ο σχεδιασμός του υπ. Παιδείας» (ΙΙ - 2)

2.   Ο ρόλος του G-Ι δεν θα περιορίζεται μόνο στους καθηγητές της γερμανικής γλώσσας, αλλά όπως αναφέρεται «επεκτείνεται η επιμόρφωση και στην διδακτική εισαγωγή στη χρήση ηλεκτρονικών πινάκων στην ελληνική γλώσσα για καθηγητές ξένων γλωσσών (ανεξάρτητα από τη γλώσσα-στόχο)».  (II – 1)

3. Το υπ. Παιδείας θα αναλαμβάνει την πλήρη οικονομική δαπάνη των σεμιναρίων που θα διοργανώνει το G-Ι, που θα περιλαμβάνει -εκτός από την παραχώρηση όλων των υποδομών-, «τη διαμονή και διατροφή των συμμετεχόντων, συμπεριλαμβανομένων των εισηγητών και της διεύθυνσης του σεμιναρίου».  (ΙΙ - 4)   (το ελληνικό δημόσιο θα πληρώνει δηλαδή και τους Γερμανούς εκπαιδευτές !)

4. Η συμμετοχή στα σεμινάρια του G-Ι και η αξιολόγηση και οι υποτροφίες που εκείνο με τα δικά του κριτήριά του θα παρέχει, θα λαμβάνονται υπόψη από το υπ. Παιδείας ως επιπλέον προσόν για κάθε εκπαιδευτικό.
«Το Υπουργείο θα προάγει τη συμμετοχή καθηγητών δημοσίων σχολείων στα σεμινάρια επιμόρφωσης μέσω απαλλαγών από την υπηρεσία καθώς και μέσω της αναγνώρισης της επιτυχούς συμμετοχής στην επιμόρφωση ως προσόντος».  (ΙΙ – 5)
«Το Υπουργείο θα προαγάγει την πρόσβαση στις υποτροφίες αυτές με τα κατάλληλα μέτρα, ιδίως μέσω διευκολύνσεων των υποτρόφων στην υπηρεσία για τη διάρκεια της υποτροφίας και μέσω της αναγνώρισης της επιτυχούς ολοκλήρωσης της επιμόρφωσης ως προσόντος» (IV-9)

5. Στο G-Ι παρέχεται η δυνατότητα να συνεργάζεται με το ελληνικό Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής στον προσδιορισμό του αναλυτικού προγράμματος στα σχολεία και στην εκπόνηση των διδακτικών βιβλίων και βοηθημάτων . «Το Υπουργείο θα αναλάβει να φέρει σε επαφή τα δύο Ινστιτούτα και να υποστηρίξει τη συνεργασία τους»  (V-10)  (ή αλλιώς, να την επιβάλλει)

6. Επιπλέον, με ενθάρρυνση του υπ. Παιδείας και με εφάπαξ άδεια εισόδου, το G-Ι  θα έχει τη δυνατότητα να επισκέπτεται οποιοδήποτε σχολείο επιλέγει και να παρεμβαίνει "εκπαιδευτικά" και βέβαια  εκ-"Πολιτιστικά",  διαδίδοντας τα δικά του πρότυπα και ιδεώδη. 
Οι εκπρόσωποι του G-Ι θα έχουν δηλαδή όλη την ευχέρεια να έρχονται απευθείας σε επαφή με τους Έλληνες μαθητές των δημόσιων σχολείων διοργανώντας «εκθέσεις, προβολές και άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες».
«Η διενέργεια τέτοιων επισκέψεων θα συμφωνείται απευθείας μεταξύ της διεύθυνσης του σχολείου και του Goethe-Institut βάσει της σχετικής εγκυκλίου που θα εκδώσει το Υπουργείο». (VI - 11)

7. «Για την υλοποίηση των ανωτέρω συμφωνιών το Υπουργείο θα παράσχει τις κατάλληλες ιεραρχικές εντολές και θα εκδώσει εγκυκλίους οι οποίες θα γνωστοποιηθούν στο Goethe-Institut.»  Το υπ. Παιδείας απλώς αναλαμβάνει να ανοίξει στο G-Ι το δρόμο προς τα σχολεία.  (VIII - 13)


Όποιος πιστεύει ότι τα Διεθνή Ινστιτούτα, τα Ιδρύματα  κλπ, καλοπροαίρετα και με αγνές διαθέσεις, επιδιώκουν να βρεθούν κοντά στο πιο ευαίσθητο και ζωντανό και υπό διαμόρφωση κομμάτι μιας κοινωνίας, στην εκπαιδευτική κοινότητα, τότε ας μελετήσει λίγο ιστορία. Και όχι μόνο την ελληνική.

Οι εκπαιδευτικές και πολιτιστικές συνεργασίες συνήθως προσβλέπουν σε πολιτικές και ιδεολογικές «επενδύσεις». 

Το άνοιγμα της πόρτας σε ένα Ινστιτούτο άλλου κράτους, τόσο στην φαινομενικά ανεπαίσθητη ενίσχυση των προσόντων κάποιων επιλεγμένων εκπαιδευτικών, όσο και στην δυνατότητα απευθείας προσέγγισης των μαθητών δεν μοιάζουν τόσο αθώα.    Καθιερώνεται μέσω αυτών η νέα θέση του Ινστιτούτου στην ελληνική εκπαίδευση και του δίνει τη δυνατότητα διεύρυνσης και επέκτασής της.


Στέφανος Καμπάς